Σαπφώ

Η Σαπφώ (~ 630 π.Χ. – 570 π.Χ.), ήταν Eλληνίδα λυρική ποιήτρια από τη Λέσβο, ιδιαίτερα γνωστή από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα για το ποιητικό της έργο.

Για τη ζωή της λίγα πράγματα είναι γνωστά. Είναι πιθανό ότι γεννήθηκε στην Ερεσό της Λέσβου. Ήταν σύγχρονη του Αλκαίου και του Πιττακού. Πατέρας της αναφέρεται ο Σκαμανδρώνυμος και μητέρα της η Κλεΐς. Είχε επίσης τρεις αδελφούς, τον Λάριχο, τον Χάραξο και τον Ευρύγιο.

Ο φιλόσοφος Μάξιμος ο Τύριος (β΄ μισό του 2ου μ.Χ. αι.), την περιγράφει ως μικρόσωμη και μελαχρινή («μικρά και μέλαινα»). Σύμφωνα με το βυζαντινό λεξικό Σούδα, πιθανότατα παντρεύτηκε έναν πλούσιο από την Άνδρο, τον Κερκύλα, με τον οποίο απέκτησε μια κόρη, που ονομάστηκε Κλεΐδα σύμφωνα με το έθιμο της εποχής. Λόγω πολιτικών αναταραχών στη Λέσβο που οδήγησαν την αριστοκρατία του νησιού σε εξορία από την πρωτεύουσα Μυτιλήνη, η Σαπφώ κατέφυγε προσωρινά στη Σικελία. Αργότερα, μετά την κατάλυση της τυραννίας, επί Πιττακού του Μυτιληναίου, γύρισε στη Μυτιλήνη, συγκέντρωσε γύρω της νεαρές όμορφες φίλες από την αριστοκρατία του νησιού και των μικρασιατικών πόλεων, για να τους διδάξει τις τέχνες της μουσικής και της ποίησης, στην υπηρεσία της Αφροδίτης και των Μουσών. Αυτή η σχέση, που ήταν εμπνευσμένη από θρησκευτικές ιδέες, δεν ήταν κάτι που έκανε πρώτη η Σαπφώ. Μαρτυρείται ότι και άλλες γυναίκες της εποχής διατηρούσαν τέτοιου είδους ωδεία.

Ένας μεταγενέστερος θρύλος λέει ότι η Σαπφώ, λόγω του ανεκπλήρωτου έρωτά της για τον όμορφο νέο Φάωνα, που την απέρριψε και την εγκατέλειψε, έπεσε από τα βράχια της Λευκάδας στη θάλασσα. Δεν είναι όμως γνωστό, αν υπήρξε καν πρόσωπο με αυτό το όνομα ή αν πρόκειται για θρύλο. Πιθανότατα πρόκειται για παρερμηνεία κάποιου ποιήματός της, όπου η Σαπφώ εξυμνεί την ομορφιά του Φάωνα, ακόλουθου της Αφροδίτης.

Η Σαπφώ θεωρείται με την ποίησή της, που ήταν γραμμένη στην αιολική διάλεκτο, ως η σημαντικότερη λυρική ποιήτρια της αρχαιότητας. Ο Πλάτων την ονομάζει «σοφή» και «δέκατη Μούσα», ο Ανακρέων «ηδυμελή», ο Λουκιανός «μελιxρόν αύχημα Λεσβίων» οι Ιουλιανός και Αντίπατρος «θηλυκό Όμηρο» και «τιμή Λεσβίων γυναικών», ενώ ο Στράβων «θαυμαστόν τέρας». Ο Οράτιος στη 2η ωδή του μας λέει ότι ακόμα και οι νεκροί στον κάτω κόσμο ακούν τα τραγούδια της με θαυμασμό σε ιερή σιγή.

Μετά τον θάνατό της, στην πατρίδα της Λέσβο έκοψαν νόμισμα με τη μορφή της. Στις Συρακούσες και στην Πέργαμο στήθηκαν αγάλματά της, ενώ στις Συρακούσες κατασκευάστηκε και ένα κενοτάφιο σε ανάμνησή της.

Σε μεταγενέστερη όμως εποχή, οι Αττικοί κωμωδιογράφοι τη δυσφήμησαν για ομοφυλοφιλικές τάσεις (εξ ου και ο όρος λεσβία). Αφορμή για τις φήμες υπήρξε πιθανόν το ότι η Σαπφώ εκδήλωνε έντονο συναισθηματισμό προς τις μαθήτριές της. Μολονότι κανένας από τους συγγραφείς δεν αναφέρει κάτι σχετικό μέχρι την εποχή του Αριστοτέλη, οι κρίσεις αυτές για τη Σαπφώ επικράτησαν. Μάλιστα αναφέρεται ότι η Σαπφώ είχε ερωτευθεί την Ατθίδα, την Τελέσιππα και τη Μεγάρα. Σύγχρονοί μας μελετητές εκφράζουν αμφιβολίες για το αν η Σαπφώ ήταν όντως λεσβία.

Καθώς τον έβδομο αιώνα μ.Χ. τα ποιήματα της Σαπφούς εξακολουθούσαν ακόμη να διαβάζονται στην Αίγυπτο και αργότερα στην εποχή των Κομνηνών η Πατριαρχική Σχολή περιελάμβανε στην ύλη της ποιητές, όπως η Σαπφώ και ο Πίνδαρος – μάλλον δεν υπήρξε κάποια επίσημη επιβολή λογοκρισίας από την Χριστιανική Εκκλησία. Είναι όμως πιθανό, πολλά από τα έργα της να χάθηκαν λόγω της μη αντιγραφής τους, εξαιτίας της χαμηλής ζήτησης που ίσως είχαν μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού και στα πλαίσια μιας πιο αυστηρής άποψης για την ηθική. Ο επίσης Μυτιληνιός σύγχρονος ποιητής, Οδυσσέας Ελύτης, την περιέγραψε σαν μια «μακρινή εξαδέλφη» του με την οποία μεγάλωσαν παίζοντας «στους ίδιους κήπους, γύρω από τις ίδιες ροδιές, πάνω απ’ τις ίδιες στέρνες» και της αφιέρωσε ένα από τα μικρά του έψιλον. Το 1986 κυκλοφόρησε στην Ελλάδα ο δίσκος «Σαπφώ» σε μουσική του Σπύρου Βλασσόπουλου και παραγωγή του Διονύση Σαββόπουλου, με μελοποιήσεις 12 ποιημάτων της Σαπφούς σε μετάφραση του Σωτήρη Κακίση, και ερμηνεία της Αλέκας Κανελλίδου.

Η Σαπφώ έγραψε ερωτικά ποιήματα, ύμνους στους θεούς και επιθαλάμια (τραγούδια του γάμου). Η ποίησή της δονείται από αυθορμητισμό και έντονα αισθήματα. Αρκετοί από τους στίχους της μαρτυρούν έντονο ερωτισμό και λυρισμό. Από τα ποιήματά της, που συνέλεξαν οι Αλεξανδρινοί και δημοσίευσαν σε βιβλία, τα πιο διάσημα ήταν οι Ύμνοι και τα Επιθαλάμια. Ίσως κανένας άλλος λογοτέχνης δεν μπορεί να συγκριθεί με τη Σαπφώ στην ομορφιά της σκέψης, στον μελωδικό της στίχο και στην ένταση των αισθημάτων της. Εκτός από μικρά αποσπάσματα, έχουν διασωθεί ολόκληρα μόνο ένας Ύμνος στην Αφροδίτη («Ποικιλόθρον’ αθάνατ’ Αφρόδιτα»), η Ωδή «Ότωι τις έραται» και ένα αναφερόμενο στο μύθο της Ηούς (Αυγής) και του Τιθωνού, που ανακαλύφθηκε από αποκατάσταση παπύρου της Οξυρρύγχου και εκδόθηκε το 2005. Αυτά υπάρχουν μεταφρασμένα στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες.

Το μεγαλύτερο μέρος της ποίησης της Σαπφούς σώζεται σε χειρόγραφα άλλων αρχαίων συγγραφέων, αλλά μέρος ενός ποιήματος σώζεται σε ένα θραύσμα αγγείου.

Τα παλιότερα σωζόμενα χειρόγραφα της Σαπφούς, περιλαμβανομένου και του Αποσπάσματος 2 που σώζεται σε θραύσμα αγγείου, χρονολογούνται στον 3ο αιώνα π.Χ., και έτσι προηγούνται χρονικά της Αλεξανδρινής έκδοσης. Τα τελευταία σωζόμενα αντίγραφα των ποιημάτων της Σαπφούς, που προέρχονται κατευθείαν από τους αρχαίους χρόνους είναι γραμμένα σε σελίδες κωδίκων από τον 6ο και 7ο αιώνα μ.Χ., και είναι σίγουρα αναπαραγωγές από αρχαίους πάπυρους σήμερα χαμένους. Χειρόγραφα αντίγραφα των έργων της Σαπφούς μπορεί να είχαν επιβιώσει κάποιους αιώνες αργότερα, αλλά γύρω στον 9ο αιώνα η ποίησή της φαίνεται ότι εξέλειπε. Οι αλεξανδρινοί φιλόλογοι της ελληνιστικής εποχής είχαν συγκεντρώσει το έργο της σε εννέα βιβλία, αν και σήμερα δεν σώζονται τα περισσότερα εξ αυτών.

Σύμφωνα με την παράδοση, η ποίηση της Σαπφούς χάθηκε επειδή η Εκκλησία αποδοκίμαζε την ηθική της. Αυτοί οι θρύλοι φαίνεται ότι είχαν αρχή στην Αναγέννηση – περί το 1550, ο Τζερόλαμο Καρντάνο έγραψε ότι ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός (339-390) κατέστρεψε δημοσίως τα έργα της Σαπφούς, και κατά το τέλος του 16ου αιώνα ο Ιωσήφ Σκάλιγκερ ισχυρίστηκε ότι τα έργα της κάηκαν στην Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη το 1073, με διαταγή του Πάπα Γρηγόριου Ζ΄. Στην πραγματικότητα, τα έργα της Σαπφούς μάλλον χάθηκαν καθώς η ζήτηση για αυτά δεν ήταν επαρκής για να αντιγραφούν όταν οι κώδικες αντικατέστησαν ως κύρια

μορφή βιβλίου τους πάπυρους. Ακόμα ένας παράγοντας που συνέβαλε στην εξαφάνιση των ποιημάτων της Σαπφούς μπορεί να ήταν η απαρχαιωμένη μορφή της Αιολικής της διαλέκτου, η οποία περιέχει πολλούς αρχαϊσμούς και καινοτομίες που δεν υπάρχουν σε άλλες Αρχαίες ελληνικές διαλέκτους. Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο, όπου μέχρι τότε η Αττική διάλεκτος είχε γίνει η στάνταρντ μορφή για τα λογοτεχνικά έργα, πολλοί αναγνώστες έβρισκαν τη διάλεκτο της Σαπφούς δύσκολη στην κατανόηση και, το 2ο αιώνα μ.Χ., ο Ρωμαίος συγγραφέας Απουλήιος συγκεκριμένα σχολιάζει την «παραδοξότητα» της.

Σώζονται μόνο περίπου 650 γραμμές από την ποίηση της Σαπφούς, από την οποία μόνο ένα ποίημα – η «Ωδή στην Αφροδίτη» – είναι ολόκληρο, και περισσότερες από της μισές πρωτότυπες γραμμές σε δέκα ακόμα αποσπάσματα. Πολλά από τα σωζόμενα αποσπάσματα της Σαπφούς περιέχουν μόνο μία λέξη – για παράδειγμα το απόσπασμα 169A είναι απλά μία λέξη που σημαίνει “γαμήλια δώρα”, και έχει σωθεί ως λήμμα λεξικού σπάνιων λέξεων. Οι δύο μεγάλες πηγές σωζόμενων αποσπασμάτων της Σαπφούς είναι αναφορές που περιέχονται σε άλλα αρχαία έργα, από ολόκληρο ποίημα ως μία μόνο λέξη, και αποσπάσματα από παπύρους, πολλοί από τους οποίους έχουν βρεθεί στην Οξύρρυγχο της Αιγύπτου. Άλλα αποσπάσματα σώζονται σε άλλα υλικά, όπως περγαμηνές και θραύσματα αγγείων. Το παλιότερο σωζόμενο απόσπασμα της Σαπφούς μέχρι σήμερα είναι ο πάπυρος της Κολωνίας, ο οποίος περιέχει το ποίημα του Τιθωνού και χρονολογείται στον 3ο αιώνα προ Χριστού.

Μέχρι το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, είχαν επιβιώσει μόνο αρχαίες ρήσεις της Σαπφούς. Το 1879, έγινε νέα ανακάλυψη αποσπάσματος της Σαπφούς στο Φαγιούμ. Ως το τέλος του 19ου αιώνα, οι Μπέρναρντ Γκρένφελ και Άρθουρ Χαντ είχαν αρχίζει την ανασκαφή ενός λάκκου απορριμμάτων στην Οξύρρυγχο, που οδήγησε στην ανακάλυψη πολλών πριν αγνώστων αποσπασμάτων του έργου της Σαπφούς. Αποσπάσματα του έργου της συνεχίζουν να ανακαλύπτονται και στη σύγχρονη εποχή. Μεγάλες ανακαλύψεις, το 2004 (το ποίημα του Τιθωνού, και ένα νέο πριν αγνώστου αποσπάσματος) και το 2014 (αποσπάσματα από 9 ποιήματα, πέντε γνωστών αλλά με και με νέο περιεχόμενο, και τέσσερα, περιλαμβανομένου και του Ποίημα των Αδελφών, που δεν ήταν γνωστά πριν), ανακοινώθηκαν από τα ΜΜΕ.

Διαβάστε περισσότερα

Η Σαπφώ θεωρείται με την ποίησή της, που ήταν γραμμένη στην αιολική διάλεκτο, ως η σημαντικότερη λυρική ποιήτρια της αρχαιότητας. Ο Πλάτων την ονομάζει «σοφή» και «δέκατη Μούσα», ο Ανακρέων «ηδυμελή», ο Λουκιανός «μελιxρόν αύχημα Λεσβίων» οι Ιουλιανός και Αντίπατρος «θηλυκό Όμηρο» και «τιμή Λεσβίων γυναικών», ενώ ο Στράβων «θαυμαστόν τέρας». Ο Οράτιος στη 2η ωδή του μας λέει ότι ακόμα και οι νεκροί στον κάτω κόσμο ακούν τα τραγούδια της με θαυμασμό σε ιερή σιγή.