Καίτη Μεσσηνέζη

Βιογραφικό

Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη. Έζησε τα παιδικά της χρόνια στο νησί, όπου τελείωσε το Γυμνάσιο. Το τραγούδι, η κιθάρα, το θέατρο, η ζωγραφική ήταν ο τρόπος έκφρασής της. Τελικά την κατέκτησε η ζωγραφική. Σε ηλικία 12 ετών παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής με αλληλογραφία και τελείωσε με έπαινο τη σχολή ABC, με δάσκαλο το Φάνη Γαλανό. Μετά το Γυμνάσιο ήρθε μόνιμα στην Αθήνα, όπου σπούδασε σχέδιο και χρώμα στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και Γραφικές Τέχνες στις Σχολές Δοξιάδη.

Δάσκαλοι της ήταν οι: Π. Σαραφιανός, Ι. Μόραλης, Α. Τάσσος, Π. Γράβαλος, Η. Δεκουλάκος και ο αμερικανός ζωγράφος Schoener, κοντά στον οποίο τελειοποίησε τις γνώσεις της στην ακουαρέλα. Σε ειδικά τμήματα του Μουσείου Μπενάκη διδάχτηκε παραδοσιακή αγιογραφία και κόσμημα με την Ανθή Βαλσαμάκη. Κοντά σε παραδοσιακούς μαστόρους της πατρίδας της έμαθε την τέχνη του βοτσαλωτού.

Φιλοτέχνησε έργα με ακουαρέλα, λάδι, τέμπερα και μικτή τεχνική. Έχει στο ενεργητικό της 37 ατομικές εκθέσεις και έχει λάβει μέρος σε 46 ομαδικές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Είναι μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας. Ασχολήθηκε με τις εφαρμοσμένες τέχνες και την τέχνη του βιβλίου. Εικονογράφησε πολλά διηγήματα, μυθιστορήματα, ποιητικές συλλογές και παιδικά βιβλία.

Για το ζωγραφικό της έργο έχουν γραφτεί πολλά δοκίμια και κριτικές, τις οποίες υπογράφουν η Αθηνά Σχινά κριτικός και ιστορικός τέχνης του Παν. Αθηνών, ο Στέλιος Λυδάκης ιστορικός τέχνης του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο τεχνοκρίτης Β. Κουντουρίδης, και πολλοί άλλοι αξιόλογοι άνθρωποι των
γραμμάτων και των τεχνών.

Έργα της βρίσκονται στην Πινακοθήκη Πολεμικού Ναυτικού, στο Ναυτικό Μουσείο Οινουσών, τη Δημοτική Πινακοθήκη Μυτιλήνης και Κατερίνης, στο Μουσείο Εφταλιώτη στο Μόλυβο, στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Αγιάσου, στη Συνεταιριστική Τράπεζα Λέσβου Λήμνου, στην ιδιωτική συλλογή του Οδυσσέα Ελύτη, καθώς και σε άλλες ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα, Αμερική, Καναδά, Αυστραλία, Αγγλία και Γερμανία.

Εκτός από τη Ζωγραφική, έχει ασχοληθεί με ιδιαίτερη επιτυχία με την αγιογραφία, τα βοτσαλωτά δαπέδου και τη ζωγραφική σε πέτρα. Έχει εκδώσει 2 βιβλία σχετικά με τη δουλειά της. Το λεύκωμα «Προσωπικές στιγμές» με έργα της και στίχους βιωματικών της καταστάσεων και το βιβλίο «Συνομιλία με την πέτρα» με θέμα ζωγραφική στην πέτρα και τον τρόπο κατασκευής του βοτσαλωτού.

Είναι πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου «Λεσβιακή Παροικία» εδώ και 10 χρόνια, και αρθρογραφεί τακτικά στο περιοδικό του συλλόγου «Αιολίδα». Έχει δημιουργήσει οικογένεια με τον γραφίστα Θεόδωρο Πλατσή, και μεγάλωσε 2 γιους που τις χάρισαν 3 εγγόνια και διατηρούν σήμερα με επιτυχία το Κέντρο Γραφικών Τεχνών και Εκδόσεων «Αsterias G.D.G. Ltd». Ζει και εργάζεται στην Αθήνα και στους Πύργους Θερμής στη Λέσβο.

Διαβάστε περισσότερα

Για το ζωγραφικό της έργο έχουν γραφτεί πολλά δοκίμια και κριτικές, τις οποίες υπογράφουν η Αθηνά Σχινά κριτικός και ιστορικός τέχνης του Παν. Αθηνών, ο Στέλιος Λυδάκης ιστορικός τέχνης του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο τεχνοκρίτης Β. Κουντουρίδης, και πολλοί άλλοι αξιόλογοι άνθρωποι των
γραμμάτων και των τεχνών.

Έργα (Συλλογή)

Η Ζωγραφική της Καίτης Μεσσηνέζη

Η

Καίτη Μεσσηνέζη ένας άνθρωπος διαισθαντικός και ευαίσθητος, με παρατηρητική οξυδέρκεια και αφαιρετικές ικανότητες εκφράζεται δημιουργικά εδώ και χρόνια, μέσα από τα εικαστικά έργα της. Ιδιαίτερα η ζωγραφική, είναι ο τομέας στον οποίο έχει περισσότερο επικεντρωθεί, αντλώντας συνήθως τις εμπνεύσεις της από τον γενέθλιο της τόπο την Μυτιλήνη. Η φύση της Μυτιλήνης, αλλά και γενικότερα εκείνη του μεσογειακού χώρου αποδίδονται μέσα από μία ψυχοδυναμική κάθε φορά διάθεση, όπως άλλωστε και οι άνθρωποι των οποίων τα πορτρέτα κεντρίζουν φυσιογνωμικά το ενδιαφέρον της ζωγράφου, δραστηριοποιώντας στη συνέχεια την αυτονομία της φαντασίας της.

Σε κάθε περίπτωση, στόχος της δεν είναι να ανταγωνιστεί την εκάστοτε οπτική πραγματικότητα, ούτε πρόθεσή της είναι να διαμορφώσει έργα με προσομοιωτική αληθοφάνεια. Το τοπίο για εκείνη μέσα από τις όψεις και τις εκδοχές με τις οποίες αποκαλύπτεται στο ευαισθητοποιημένο της βλέμμα, μετατρέπεται σε ένα είδος ετεροπροσωπίας του “εαυτού”. Επομένως, το τοπίο μετατρέπεται σε ένα πεδίο  διαλεκτικών αντανακλάσεων που αφορούν το υποσυνείδητο και τις προκαλούμενες μεταισθήσεις που διαμορφώνει η στιγμιαία πραγματικότητα, όπως αυτή αποτυπώνεται μέσα από την ρευστότητα και τις διακυμάνσεις των ωρών και των ημερών του χρόνου και των εποχών της φύσης.

Η ζωγράφος έχει φιλοτεχνήσει έργα με ακουαρέλα, λάδι και μεικτή τεχνική.

Και οι τρεις εκφραστικές δυνατότητες μέσα από τα συγκεκριμένα υλικά, προϋποθέτουν άριστη γνώση σχεδίου. Παρά ταύτα, οι καλλιτεχνικές της δυνατότητες διακρίθηκαν και σε άλλα είδη, όπως είναι η αγιογραφία και τα βοτσαλωτά δαπέδου, στα οποία επιδόθηκε με ιδιαίτερη επιτυχία.

Ιδιαίτερα η ακουαρέλα προαπαιτεί συνθετικές και σχεδιαστικές αρετές, ταχύτητα εκτέλεσης, προσοχή στην ποσότητα και στους τρόπους χειρισμού του χρώματος σχετικά με την απορροφητικότητα του χαρτιού, ρύθμιση των αρμονιών, των ισορροπιών και των αντιθέσεων, ιδιαιτέρως όμως πνοή στην σύλληψη και απόδοση του θέματος. Το τελευταίο χαρακτηριστικό είναι σύμφυτο με την ακουαρέλα, καθώς ο ζωγράφος συνδιαλέγεται με τους χρωματικούς τόνους και τους πόρους του χαρτιού, διατηρώντας ταυτοχρόνως την εντύπωση του στιγμιαίου και της ρευστότητας στην υποβλητική ατμόσφαιρα του κάθε έργου. Η Καίτη Μεσσηνέζη όχι απλώς επιτυγχάνει να αξιοποιήσει όλες τις προαναφερθείσες ιδιαιτερότητες της ακουαρέλας, αλλά αναδεικνύει κι ακόμη περισσότερες, καθώς η γραφή της εμπλουτίζει τον ρεαλισμό με αφαιρετικά στοιχεία και την προβολή της καίριας λεπτομέρειας με εξπρεσιονιστικά γνωρίσματα.

Οι ακουαρέλες της ζωγράφου εμφανίζουν, (μέσα θαρρείς από την μεταδόσημη και συγκινησιακή υγρασία του δικού της βλέμματος ανίχνευσης και εικαστικής μεταποίησης), νωπά επεισόδια αστάθμητων και αντιφατικών πολλές φορές διαθέσεων, που αντικατοπτρίζουν την ψυχική ενδοχώρα, εναρμονίζοντας στην επιφάνεια του χαρτιού αντιθετικές καταστάσεις, οι οποίες εμπεριέχονται και στα φυσικά φαινόμενα.

Η πραγματικότητα λειτουργεί ούτως ή άλλως ως ερέθισμα για την Μεσσηνέζη, έχοντας η ίδια συνειδητοποιήσει πως δεν πρόκειται για μία μονοδιάστατη και αναλώσιμη εν τέλει συνθήκη. Η πολυφωνική, δική της, εικαστική πραγματικότητα του φυσικού χώρου ενανθρωπίζεται  χωρίς να προσωποποιείται. Με τις γοργές, αυθόρμητες πινελιές και το είδος της μελετημένα αυτοματικής χειρονομίας που χρησιμοποιεί, σχεδιάζει και φορτίζει χρωματικά το ζωγραφικό πεδίο της και από την άλλη πλευρά το σχέδιο είναι εκείνο που συναισθηματικά χρωματίζει τις εντάσεις και τις δομές της σύνθεσης. Μιας σύνθεσης, η οποία αναδύει από το βάθος προς την διαποτιζόμενη με χρώματα επιφάνεια, ποιοτικές διακρίσεις και αυξομειούμενων δονήσεων, που σταθμίζουν την ρευστότητα προσδίδοντας υφολογικό χαρακτήρα στις οργανικά συνεχόμενες και εσωτερικευμένες μεταλλαγές.

Από την ίδια τους άλλωστε τη σύσταση, οι μεταλλαγές αυτές αναδεικνύουν τις ρυθμικές διαπνοές του υποδόριου και διαχεόμενου φωτός, το οποίο τονίζει και παράλληλα μετουσιώνει τις διαφάνειες της ατμοσφαιρικότητας. Η ατμοσφαιρικότητα στα έργα αυτά γίνεται μία αναγκαία συνθήκη για την ανάπτυξη ενός διαλόγου ανάμεσα σε μνήμες και σε ιζηματοποιημένα βιώματα, σε διαθέσεις χαράς και θλίψης, μελαγχολίας και ευδαιμονίας, προσδοκίας και αινίγματος γύρω από το εφήμερο και φευγαλέο της γοητείας και του πλανέματος της ζωής, καθώς και των αμφιθυμιών που προκαλεί, τόσο η ενατένιση, όσο και η περίσκεψη, αντικρίζοντας το καθένα “τοπίο”. Ιδιαίτερα στις προσωπογραφίες με ακουαρέλα, η Καίτη Μεσσηνέζη αποδεικνύεται μια απ’ τις καλύτερες ακολούθους των διδαγμάτων του Γιώργου Μπουζιάνη, όχι τόσο στο γράμμα, όσο στο πνεύμα του, καθώς με τις λιγοστές και μελετημένες της πινελιές μεταδίδει ιδιάζουσες ατμόσφαιρες και ψυχοσυναισθηματικά χαρακτηριστικά στις γεμάτες υποβλητικότητα και εσωτερική δύναμη μορφές της. Αφορμή και στη συγκεκριμένη περίπτωση, γίνεται η πραγματικότητα. Τα πορτρέτα γεννιούνται, αλλά ολοκληρώνονται μέσα από την ενεργοποίηση της φαντασιακής παραμέτρου. Εκφράζουν μια πειστικά πιθανή, αλλά φευγαλέα και αναπάντεχη στιγμή του βίου τους. Είναι η στιγμή που επιλέγει η ζωγράφος να αφήσει ως υποψία να διαφανεί, μία βαθύτερη αλήθεια εσωτερικών συγκρουσιακών καταστάσεων, όπως εκείνων της χαρμολύπης και των παραδοξότητων της ζωής. Μιας ζωής, που το ιδιαίτερο βλέμμα της Καίτης Μεσσηνέζη είναι εκείνο που μπορεί θελκτικά να την φέρει στο προσκήνιο, ως επίμονο διερώτημα, το οποίο συχνά κρύβει περισσότερα απ’ όσα αποκαλύπτουν τα “τραύματα και τα θαύματά” της.

Στις ελαιογραφίες της η Καίτη Μεσσηνέζη επικεντρώνεται στην στρωματογραφική επαλληλία του πλασίματος των όγκων, χωρίς από την άλλη πλευρά να βαραίνει το χρώμα της. Τον αισθησιασμό που της προσφέρει το υλικό κατορθώνει να τον αποπνευματώνει, μεταφέροντας στον θεατή τη λάμψη και την απτότητα μιας βιωμένης πραγματικότητας που δεν δεσμεύεται ωστόσο από καμιά σύμβαση, παρά την φευγαλέα αληθοφάνεια που η εικόνα παρουσιάζει. Οι μικρές άλλωστε διαστάσεις των έργων της εξυπηρετούν την ζωγράφο που διαπραγματεύεται τα θέματά της με την «πολυτιμότητα» της μινιατούρας, εκφράζοντας αποθησαυρίσματα προσεγγίσεων της πραγματικότητας, ανέγγιχτα σχεδόν από την τύρβη της ζωής και τις αλλοιώσεις του χρόνου.

Στα έργα με μεικτή τεχνική, η ζωγράφος αποδεικνύεται εξαιρετική, όσον αφορά στον έλεγχο των συνδυασμένων υλικών και των διαδοχικών χειρονομιακών επεμβάσεών της στον καμβά, προκειμένου να μεταφέρει στις επιφάνειες του την αίσθηση της τοιχογραφίας. Τα θέματά της (τοπία, σπίτια, δρόμοι, νεκρές φύσεις, πορτρέτα) δίνουν την εντύπωση της παλαιότητας, και της φθοράς ενσωματωμένης στην υφή της ματιέρας. Το σχέδιο συμπληρώνει και προεκτείνει την χρωματική αίσθηση, η χειρονομία ρυθμίζει το φως και τους κατά τόπους τόνους, τα αλληλοδιάδοχα επίπεδα γίνονται όγκοι και οι όγκοι διαφανείς επιφάνειες που αφήνουν περάσματα στο βλέμμα μέχρι τον καμβά, καθώς οι μορφές παρουσιάζονται σαν να γεννιόνται μέσα από αυτόν, ίδιες με τις εικόνες των ονείρων ή εκείνες που αναδύονται απ’ το υποσυνείδητο. Άλλωστε λειτουργίες του υποσυνειδήτου εκφράζει η Κ.Μ., μέσα από εικόνες, ρυθμούς και δονήσεις της καρδιάς. Ο θεατής των έργων της προσεγγίζει έναν καλλιτέχνη ώριμο και συνειδητοποιημένο που ωστόσο δεν ξέχασε να ονειρεύεται, έχοντας σε όλη του την ζωή αναλωθεί στην ιχνηλασία κρυμμένων θησαυρών που του έχει φανερώσει η προσήλωση του στη φύση και στον άνθρωπο, στις περιπέτειες και στις χαρές, στον πόνο και στην αγαλλίαση, στον μόχθο και στην ακατάβλητη ελπίδα που δεν γνωρίζει σύνορα και στεγανά.

Η Καίτη Μεσσηνέζη, με χίλιους δυο τρόπους μας προσφέρει το απόσταγμα της ψυχής της, κάνοντάς μας κοινωνούς στα ταξίδια της ερημιάς και της ουτοπίας, της συμπυκνωμένης σιωπής και της υπέρβασης των αντιθέσεων, καθώς «περπατούμε όλοι στο σκοτάδι», (όπως αναφέρει στο λεύκωμά της «Προσωπικές στιγμές»), προτρέποντάς μας εκείνη μέσα απ’ τα έργα της, να «ανάψουμε ο καθένας κάποτε το δικό του φως».

Αθηνά Σχινά
Κριτικός και Ιστορικός Τέχνης

Διαβάστε περισσότερα

Η πραγματικότητα λειτουργεί ούτως ή άλλως ως ερέθισμα για την Μεσσηνέζη, έχοντας η ίδια συνειδητοποιήσει πως δεν πρόκειται για μία μονοδιάστατη και αναλώσιμη εν τέλει συνθήκη. Η πολυφωνική, δική της, εικαστική πραγματικότητα του φυσικού χώρου ενανθρωπίζεται  χωρίς να προσωποποιείται. Με τις γοργές, αυθόρμητες πινελιές και το είδος της μελετημένα αυτοματικής χειρονομίας που χρησιμοποιεί, σχεδιάζει και φορτίζει χρωματικά το ζωγραφικό πεδίο της και από την άλλη πλευρά το σχέδιο είναι εκείνο που συναισθηματικά χρωματίζει τις εντάσεις και τις δομές της σύνθεσης. Μιας σύνθεσης, η οποία αναδύει από το βάθος προς την διαποτιζόμενη με χρώματα επιφάνεια, ποιοτικές διακρίσεις και αυξομειούμενων δονήσεων, που σταθμίζουν την ρευστότητα προσδίδοντας υφολογικό χαρακτήρα στις οργανικά συνεχόμενες και εσωτερικευμένες μεταλλαγές.